Βαρνάκοβας, μονή

Βαρνάκοβας, μονή
Ανδρικό μοναστήρι του νομού Φωκίδος, στο βουνό του Αγίου Αρσενίου, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Φωκίδος. Το καθολικό χτίστηκε το 1707 από τον μοναχό Αρσένιο και το 1148 ανακαινίστηκε. Στο μοναστήρι έχουν ταφεί επίσημα πρόσωπα της δυναστείας των Αγγέλων Κομνηνών, δεσποτών της Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια του τουρκοενετικού πολέμου (1690) λεηλατήθηκε. Αλλά και το 1821 το μοναστήρι έγινε κέντρο επαναστατικών γεγονότων που οδήγησαν στην καταστροφή του από τους Τούρκους (1826). Αναστηλώθηκε το 1831 από τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος θεωρείται και ο νέος κτήτορας του μοναστηριού. Το καθολικό, πάνω στο σχέδιο του παλιού, είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο, νάρθηκα και εξωνάρθηκα. Στο δάπεδο διατηρούνται μαρμαροθετήματα με παραστάσεις του 11ου ή 12ου αι. Διαθέτει βιβλιοθήκη όπου μεταξύ άλλων φυλάσσονται πατριαρχικά σιγίλια, φιρμάνια και πολύτιμα έγγραφα για την ιστορία του μοναστηριού. Μέσα στο καθολικό φυλάσσονται σε προθήκη διάφορα εκκλησιαστικά και λειτουργικά σκεύη, δίσκοι, σταυροί, λειψανοθήκες και άλλα κειμήλια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Κοίμησης της Θεοτόκου, μονή — Ονομασία 33 μοναστηριών. 1. Αγνούντος. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Αργολίδος. Βλ. λ. Αγνούντος, μονή. 2. Ανθηρού. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Καρδίτσης. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδας και… …   Dictionary of Greek

  • Καβάσιλας — I Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 17 μ., 1.474 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, 32 χλμ. ΒΔ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γαστούνης. II Επώνυμο ιστορικών προσώπων της βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής. 1 …   Dictionary of Greek

  • ВАРНАКОВА УСПЕНИЯ БОГОРОДИЦЫ ЖЕНСКИЙ МОНАСТЫРЬ — Мон рь Варнакова Мон рь Варнакова [греч. Βαρνάκοβα; Βαρνακόβης], принадлежит Фокидской митрополии Элладской Православной Церкви. Расположен в 25 км от г. Нафпактоса, на горе св. Арсения, на высоте 800 м. Один из монашеских центров, сыгравших… …   Православная энциклопедия

  • Φωκίδας, νομός — Διοικητική διαίρεση της νοτιοκεντρικής Στερεάς Ελλάδας, που περιλαμβάνει τμήμα της αρχαίας Φωκίδας και συνορεύει στα Β με τον νομό Φθιώτιδας, στα Α με τους νομούς Φθιώτιδας και Βοιωτίας, στα Δ με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας και στα Ν βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”